17-7-2014 Untergiesing, München
Πρέπει να κοντεύει τέσσερις, μια υποψία αυγής ανάμεσα στις γρίλιες του παραθύρου. Τα κουνέλια καθαρίζονται, τα κοιτάζω να γλείφει το ένα τα αυτιά του άλλου, με προσήλωση. Αν εξαιρέσουμε τις ώρες του φαγητού, που το καθένα προσπαθεί να φάει όσο περισσότερο γίνεται, κατά τα άλλα διεξάγουν κάθε τους δραστηριότητα με θαυμαστή συλλογικότητα. Ακόμα όμως και αυτός ο ανταγωνισμός τις στιγμές της ικανοποίησης της έμφυτης βουλιμίας τους, δεν είναι απόρροια συλλογικότητας;
Έχει πια ξημερώσει για τα καλά, η θερμοκρασία έχει πέσει για τα καλά, αυτή τη μαγική στιγμή που ο ορίζοντας φλέγεται. Μερικά αγουροξυπνημένα τιτιβίσματα χάνονται στα επαναλαμβανόμενα χασμουρητά μου. Ξημερώνει, τρίτη ηλιόλουστη ημέρα στη σειρά. Τα τιτιβίσματα έχουν πληθύνει, τα δενδρόπουλα παλεύουν για το ποιο θα πει την πιο γλυκιά καλημέρα. Μήπως, τελικά ο μεγαλύτερος ανταγωνιστής είναι ο εγωισμός μας, ο ίδιος μας ο εαυτός; Γιατί, να θέλεις να είσαι καλύτερος από κάποιον άλλο, όταν ο ίδιος είσαι τόσο ξεχωριστός;
17-7-2014 Untergiesing, München
Έχει μεσημεριάσει για τα καλά, ούτε κατάλαβα ότι με πήρε ο ύπνος, Το ξύλινο παντζούρι νομίζεις ότι έχει τυλιχτεί με φλόγες, πρέπει να είναι περασμένες δύο, αν κρίνω από τη θέση που με παρακολουθεί ο ήλιος. Τα κουνέλια πετάγονται καθώς σηκώνομαι και κολλούν τα μουσούδια τους στα κάγκελα. Δεν έχει κανένα νόημα να ταίζεις με πρόγραμμα, μονίμως είναι πεινασμένα. Παίρνω την ποτίστρα να τη γεμίσω φρέσκο νερό. Δυσκολεύομαι στα πρώτα βήματα, μάλλον έπρεπε να έχω κλείσει το παράθυρο.
Η ντουλάπα, άδειασε πλέον τελείως, κράτησα μόνο κανά δυο αλλαξιές, έριξα μια τελευταία ματιά στην κρεμάστρα του χωλ και τράβηξα το φερμουάρ. Σκέφτομαι τι έχει στο ψυγείο, μάλλον πρέπει να πάω να πάρω μερικά πράγματα. Κάνω και μια αυτοψία, δεν είχα άδικο, παίρνω μια μπύρα και κλείνω την πόρτα του ψυγείου. Θα πιω την μπύρα και θα πάω για ψώνια.
Τα μωρά παλεύουν να θηλάσουν, έχουν πια μεγαλώσει αρκετά για να χωράνε κάτω από την κοιλιά της μάνας τους. Παρόλα αυτά, μια με δυο φορές την ημέρα ακόμα τους δίνει γάλα, κάτι παραπάνω θα ξέρει, εκείνα άλλωστε άλλο που δε θέλουν, ώρες την κυνηγούν ολημερίς μπας και ρουφήξουν καμιά σταγόνα.
17-7-2014, Belgradestraße, München
Ούτε κατάλαβα πως βρέθηκα στο μετρό και για ποιο λόγο κατέβηκα στη Scheidplatz, δεν έχει σημασία, θα ψωνίσω από εδώ. Κατηφόρισα προς το κοντινότερο σούπερ-μάρκετ, -ίσως από τις γειτονιές που γνωρίζω καλύτερα. Αλήθεια, πόσο δύσκολο να ανταγωνίζεσαι τον εαυτό σου, να θες να γίνεις κάτι καλύτερο από αυτό που είσαι. Φαντάζομαι η δυσκολία είναι στο να ταπεινωθείς, να αποδεχθείς πως δεν είσαι όντως και τόσο καλός. Κουδουνίσματα με επαναφέρουν στην πραγματικότητα, μετά από τόσους μήνες κι ακόμα περπατάω στους ποδηλατοδρόμους.
Για μια ακόμα ημέρα δεν ψώνισα τίποτα ιδιαίτερο, σαν πιτσιρίκι που πήρε χαρτζιλίκι και έτρεξε να το ξοδέψει σε όλα αυτά που λαχταράει ένα πιτσιρίκι. Χρειάζομαι ψυγείο, θα λιώσει το παγωτό, άρα μάλλον δεν θα ξαναπεριφερθώ στο Luitpoldpark.
17-7-2014 Untersbergstraße, München
Δεν έκανα αλλαγή συνέχισα με τη γραμμή 2 ως την Untebergs, λίγο μακρύτερα από τη γραμμή 1, αλλά θα μου έπαιρνε ώρα η αλλαγή και το παγωτό φαντάζομαι ήδη θα έχει αρχίσει να γίνεται κρέμα. Άλλωστε μου άρεσε η διαδρομή, μια ευθεία όχι παραπάνω από 700 μέτρα, κάτω από βελανιδιές, που ξεπερνούσαν σε ύψος τα κτήρια. Πάντα όταν περπατάω σε αυτόν το δρόμο έχω την αίσθηση ότι ακολουθώ ένα ρυάκι, στην πραγματικότητα ακολουθώ το δρόμο από την όχθη-πεζοδρόμιο στρωμένη με εκείνες τις γκριζόμαυρες πλάκες που υπάρχουν σε όλα τα πεζοδρόμιο του Μονάχου. Μάλλον είναι οι βελανιδιές που δίνουν αυτή την αίσθηση, ίσως να υπάρχει και κάποιο υπόγειο ρέμα, ίσως και να το νιώθω μόνο εγώ, αλλά ειδικά τη νύχτα που δεν περνάει κανείς νομίζεις ότι ακούς το κελάρυσμα του νερού.
17-7-2014 Untergiesing, München
Βάζω το παγωτό στην κατάψυξη και βάζω ραδιόφωνο, έναν διαδικτυακό σταθμό. Ρίχνω μια τελευταία ματιά στο σπίτι να σιγουρευτώ ότι δεν έχω αφήσει κάτι σημαντικό και αράζω στον καναπέ. Πάλι κάτι τρώνε, μάλλον τριφύλλι ανακατεμένο με πριονίδια. Γελάω με τις σκέψεις μου, Καταδικασμένα, να μην γνωρίσουν άλλα κουνέλια, χωρίς δικαίωμα να επιλέξουν με πιο κουνέλι θα ξαπλώσουν δίπλα-δίπλα, ποιανού θα καθαρίσουν τα αυτιά. Ξαναγελάω. Άραγε τα ζώα επιλέγουν τις συναναστροφές τους, σίγουρα επιλέγουν με ποιο θα ζευγαρώσουν,... όταν έχουν την πολυτέλεια(;)
Έχει σκοτεινιάσει για τα καλά, ανάβω το φως. Κλείνω το ραδιόφωνο. Τι είναι άραγε αυτό που μας κάνει να επιλέξουμε το ταίρι μας; Προσπαθώ να σκεφτώ τη θέλω να ακούσω. Βάζω μια λίστα στην τύχη, την αλλάζω αμέσως και το ίδιο ξανά. Τα ζώα αντιλαμβάνονται τον κόσμο με τις αισθήσεις, το ίδιο κι εμείς, διαφέρουμε άραγε σε κάτι;
Δεν έχω ίδεα τι είναι αυτό που ακούω, χαμηλώνω την ένταση και ρίχνω μια ματιά στις ειδήσεις. Καταλήγω να διαβάζω για το Βελιγράδι και τη Σερβία. Πριν έρθω στο Μόναχο το μόνο που είχα κοιτάξει ήταν ο χάρτης των συγκοινωνιών, θυμάμαι ότι τον έκλεισα σε δευτερόλεπτα, απελπισμένος. Τελικά δεν είναι και τόσο περίπλοκα.
Απόψε πρέπει να κοιμηθώ, το πρωί έχω να πάω στον οδοντίατρο και μετά στο ταχυδρομείο να στείλω και τα υπόλοιπα πράγματα, χρειάζομαι και ταινία να κλείσω τις κούτες κι έναν επίδεσμο μάλλον, δεν κατάφερα να κάνω και πολλά σωστά βήματα σήμερα.